γιουχαΐζομαι

γιουχαΐζομαι
γιουχαΐζομαι, γιουχαΐστηκα βλ. πίν. 34 και πρβλ. γιουχάρομαι

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • περικλώζομαι — Μ αποδοκιμάζομαι έντονα από το σύνολο τών θεατών με κραυγές, γιουχαΐζομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + κλώζω «κράζω, βγάζω ήχους προς αποδοκιμασία»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”